Φυγή



Τι κι αν δε θέλησα ποτέ να φύγω από το σπίτι μου;

Τη ξενιτιά τη ζήσαν οι γονείς μου.



Κανένας μας δεν ονειρεύτηκε να φύγει από το πατρογονικό του.

Κι όμως έφυγε.

Χαθήκανε πολλοί στο δρόμο,

γυρεύοντας να βρούν μιαν ευκαιρία

που ποτέ δεν τους χαρίστηκε..



Μόνο ένα αντίο και η ευχή του γονιού

Ένα χαμόγελο πικρό

για ό,τι πίσω αφήσανε.

Δυο μάτια γεμάτα δάκρυα κι ελπίδα

πόνο και προσμονή.



Σκληρή η ξενιτιά, γλυφό το νερό της

Πικρό το ψωμί!

Όμως….

Φως, χαρά κι ελπίδα για το αύριο

που στα κουρασμένα όνειρά τους

φάνταζε λαμπρό ,όμορφο, γοητευτικό!





Μια ξένη γη που έμελλε να γίνει


προσωρινά -νομίζαν - δεύτερη πατρίδα.


Πόσο όμως κρατάει το προσωρινά!!!


Ίσως και μια ζωή….


Και οι γονιοί; Το πατρογονικό;


Πότε ξανά εκεί ;


Ίσως αύριο, ίσως του χρόνου, ίσως ποτέ….










Γιουλιάν Πραπανίκου Β Γυμνασίου





Σαν άλλος Αινείας



Τι σημασία έχει ο λόγος που σε σπρώχνει στη φυγή;

Είναι η φωτιά του πολέμου, η φτώχεια

η ανάγκη για ανοιχτούς ορίζοντες;



Όταν εσύ επιλέγεις, κάνεις το σωστό για σένα.

Σκέψου όμως να υποχρεωθείς σε φυγή!

Σκέψου μια ζωή θαμμένη στα ερείπια του πολέμου.

Φαντάσου τη συμφορά, το αίμα, το θάνατο.



Τρέχεις με την ψυχή και τα πόδια γυμνά! Κρατάς ό,τι πολυτιμότερο σφιχτά:

παιδί, γυναίκα, γέροντα γονιό, ό,τι μπορείς να διασώσεις,

σαν άλλος Αινείας μέσα στη φωτιά της Τροίας.



Και μετά τη φωτιά, το νερό , η θάλασσα.

Πώς να την τιθασεύσεις που δεν την γνωρίζεις;

Πώς να ξεγελάσεις το θάνατο; Σώθηκες από μαχαίρι, φωτιά…

Μα το υγρό στοιχειό δεν αστειεύεται. Μουγκρίζει και ζητά ψυχές…

Και του δοθήκαν άφθονες.. Τόσες που άλλαξαν τη μυρουδιά του γαλανού Αιγαίου.

Υγρός τάφος ζωών, ψυχών, ελπίδων, ονείρων..



Κι εσύ που σώθηκες, άραγε έχεις ζωή; Βαρύς ο σταυρός που κουβαλάς.

Πονάει το σώμα και λυγάει η ψυχή. Αλμύρα και δάκρυα γίναν ένα.



Κουρελιασμένος, πεινασμένος, διψασμένος, διωγμένος,

κατατρεγμένος… προχωράς…

Πόλεις, χωριά, σύνορα και πάλι πόλεις και πάλι σύνορα..

Προορισμός η Εδέμ σου, μακριά από τη βουή

και τη φλόγα του πολέμου, την παγωνιά της θάλασσας

και την σκληράδα των ανθρώπων.



Η γη της Επαγγελίας είναι εκεί και σε περιμένει.

Θα γελάσεις και πάλι.

Θα προσπαθήσεις να ξεχάσεις και πού ξέρεις;

Μπορεί γρηγορότερα απ’ ό,τι πιστεύεις

ο ήλιος να λάμψει και πάλι για κάθε κατατρεγμένο,

μετανάστη, ξένο…. για σένα.

















Γιουλιάν Πραπανίκου Β Γυμνασίου