Θεατρικό
Τίτλος: «ΑΡΚΟΥΔΟΑΓΩΝΙΑ- ΑΡΚΤΙΚΟΑΓΩΝΙΑ»
Πρόσωπα: Αφηγητής
Πόλυ
(θηλυκή πολική αρκούδα)
Σίμπας
(αρσενική πολική αρκούδα)
Μπρούνο
(μικρό αρκουδάκι)
Μαυροσκουφίτσα
(φώκια)
Τζακ
(φώκια)
Αφηγητής: «Μακριά στην Αρκτική κυριαρχεί το κρύο
φθινόπωρο που μόλις άρχισε. Στην παγοφωλιά του Σίμπα και της Πόλυ συμβαίνει κάτι πολύ περίεργο.»
Πόλυ: Αχ. Έλα να δεις Σίμπα.
Το σπιτάκι μας άλλαξε. Έγινε σαν γυάλινη μπάλα.
Μπρούνο: Κοίτα μαμά τα παράθυρα μα μεγάλωσαν .Απ’ την σκεπή όλα
φαίνονται πια.
Πόλυ: Δηλαδή βλέπω τα πάντα γύρω μου.
Σίμπας: Ωχ! Όχι. ΚΙ εμένα βλέπεις? Μόλις έφαγα το τελευταίο
ψάρι που άφησες χτες στην παγοπιατέλα.
Πόλυ: Πονηρούλη μόνος σου προδόθηκες. Αχ δεν σε βλέπω
καθαρά, είναι τόσο ζεστές οι ακτίνες του ήλιου.
Σίμπας: Μπα καλή μου γέρασες. Δεν βλέπεις καλά.
Πόλυ: Εγώ; Τι
προάλλες..
Σίμπας: Εσύ δεν έβλεπες από μακριά μια φώκια να βούτα συνεχώς
το κεφάλι της στο νερό;
Πόλυ: Ναι. Και σου έλεγα τρέξε εξασφαλίσαμε το βραδινό.
Σίμπας: Καλά που δεν έτρεξα κομμάτι πάγου ήταν που βυθιζόταν.
Πόλυ: Συνεχώς με κοροϊδεύεις. Κοίταξε
τώρα.
Αφηγητής: Εκείνη τη στιγμή δύο πολύ καλοί
κολυμβητές φάνηκαν να περνούν, η Μαυροσκουφίτσα και και ο Τζακ.
Σίμπας: Άντε πάλι. Εσύ δεν διορθώνεσαι.
Μαυροσκουφίτσα: Θα σας διορθώσω εγώ.
Τζακ: Άντε τρέξτε αρκουδοχοντρούληδες.
Πόλυ: Μη μας προκαλείς..γιατί..
Μαυροσκουφίτσα: Γιατί; Τι; Πως θα μας πιάσετε. Όποια παγοσανίδα ανεβαίνετε σπάει απ’ το βάρος σας.
Τζακ: Παντού πια ακούμε τους πάγους να σπάνε.
Σίμπας: Ελάτε πλησιάστε κι άλλο μέσα, και τι νόστιμη που θα
είναι η μουσουδίτσα.
Μαυροσκοφίτσα - Τζακ: Γεια σας.. Γεια
σας..
Αφηγητής: Για πολύ λίγο μόνο οι ανάσες των
αρκούδων ακούγονται. Άραγε να έχουν θυμώσει; Πάντως δεν μιλούν. Να όμως που σε
λίγο ανάμεσα στις αρκούδες ο πάγος σπάει..
Πόλυ: Βοήθεια! Βοήθεια! Σίμπα
βυθιζόμαστε.
Μπρούνο: μπαμπά έλα θα πνιγούμε.
Σίμπας: Έρχομαι. Μια στιγμή, κόλλησε το χέρι μου στην πόρτα.
Τι παράξενα φαινόμενα συμβαίνουν;
Μπρούνο: Έλα γρήγορα, σε παρακαλώ μπαμπά.
(Ντουκ ντουκ.. Ο Σίμπας χτύπα με δύναμη και η σκεπή της παγοφωλιάς
διαλύεται..)
Σίμπας: Καλή μου πάει το σπιτάκι μας. (κλαίει)
Πόλυ: Καλέ βοήθησε μας.
Σίμπας: Πως; Α θα ανεβώ στην πόρτα. Έρχομαι.
Αφηγητής: Κι ο Σίμπας
μετά από αρκετή προσπάθεια τους ανέβασε δίπλα του. Έτσι οι τρεις λευκές
αρκούδες άρχισαν να περπατάνε στον πάγο. Μετά από λίγο..
Πόλυ: Ξέρεται τι σκέφτομαι;
Σίμπας: Τι;
Πόλυ: Τελικά δεν πειράζει που χάσαμε το
σπιτάκι μας.
Μπρούνο: Άλλο θα φτιάξουμε μαμά.
Πόλυ: Αρκεί να μη χάσουμε τον τόπο μας με
το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Σίμπας: Που να πάμε
καλέ; Για τρέλες στις Σεϋχέλλες;
Πόλυ:
Μη κοροϊδεύεις.
Μπρούνο: θυμάμαι ένα φίλο μου που μου έλεγε ότι όταν βρέθηκε
στις χώρες εκείνες..
Σίμπας: Ποιες;
Μπρούνο: Εκεί... που καίει ο ήλιος πολύ…
Σίμπας: Α! ναι..
Μπρούνο: Έλεγε ότι εμάς τις αρκούδες μας έβαζαν μέσα σε γυάλινες
μπάλες… και χάζευαν κάθε Χριστούγεννα… και τις πουλούσαν σε μεγάλα παζάρια..
Σίμπας: Σώπαα! Τι λές;
Πόλυ: Έτσι έμοιαζε πριν λίγο το σπιτάκι
μας…
Σίμπας: Καλύτερα στον τόπο μας!!!
Πόλυ: Καλύτερα στον πάγο μας!!!
Σίμπας-Πόλυ-Μπρούνο: Καλύτερα στον Αρκτικο-αρκουδο-χώρο μας!!!
Αφηγητής: Έτσι η Πόλυ κι ο Σίμπας και ο όμορφος Μπρούνο συνέχιζαν να περπατούν στους απέραντους πάγους,
αφήνοντας πίσω τους την ΑΡΚΤΙΚΟΑΓΩΝΙΑ, έχοντας την
ελπίδα πως δε θα τις αγκαλιάσει τόσο δυνατά του ήλιου και του θερμοκηπίου η
αχτίδα.